Επιστολή Ευστάθιου στον Υπουργό Παιδείας για το μάθημα των Θρησκευτικών
Παρασκευή, 2 Νοεμβρίου 2012
Επιστολή
προς τον Υπουργό Παιδείας κ. Θρησκευμάτων
κ. Κων/νο Αρβανιτόπουλο απέστειλε ο
Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Μονεμβασίας
και Σπάρτης κ. Ευσταθίος θέλοντας με
αυτό τον τρόπο να εκφράσει την αγωνία
του για την υποβάθμιση της διδασκαλίας
του μαθήματος των Θρησκευτικών στα
σχολεία. Ο Μητροπολίτης κ. Ευστάθιος
αναπτύσσει το σκεπτικό του το οποίο
ενισχύει με κοινωνικά, εκπαιδευτικά
και θρησκευτικά επιχειρήματα και
καταλήγει με την προσδοκία ότι η Ελληνική
Πολιτεία όχι μόνο δεν θα υποβαθμίσει
περαιτέρω την θρησκευτική αγωγή των
νέων, αλλά θα ενδιαφερθεί ουσιαστικά,
ώστε το μάθημα των Θρησκευτικών να πάρει
την θέση που του αρμόζει. Να δούμε την
επιστολή αναλυτικά:
02/11/2012
Ἐν Σπάρτῃ τῇ 29ῃ Ὀκτωβρίου 2012
Ἐξοχώτατον
Ὑπουργόν Παιδείας καί
Θρησκευμάτων
Κ.κ. Κωνσταντῖνον
Ἀρβανιτόπουλον
Εἰς Ἀθήνας
Ἀγαπητέ μου κ. Ὑπουργέ,
Τά τελευταῖα
χρόνια ἡ ἑλληνική Πολιτεία μέ διάφορες
πράξεις της ἤ παραλείψεις της φαίνεται
νά μήν ἐκτιμᾶ στόν πρέποντα βαθμό τήν
ὕψιστη ἀποστολή καί τήν πολυσχιδῆ
προσφορά στό Ἔθνος καί στήν κοινωνία
τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογικῆς παιδείας,
στό πλαίσιο μιᾶς ἐκσυγχρονιστικῆς
συμπόρευσης τοῦ σύγχρονου σχολείου μέ
τίς κυρίαρχες τεχνοκρατικές καί
ὑλιστικές, ἤτοι ἀθεϊστικές ἐπιταγές.
Μάλιστα, ἡ μείωση τῶν διδακτικῶν ὡρῶν
τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στό
«Νέο Λύκειο» καί οἱ μηδενικές, ἀντίθετα
μΆ ἄλλους κλάδους, προσλήψεις Θεολόγων
καθηγητῶν κατά τό τρέχον ἔτος, πού
ἔχουν ὡς συνέπεια θλιβερή σέ ἀρκετά
σχολεῖα νά μή διδάσκεται τό μάθημα ἤ
νά «διδάσκεται» ἀπό ἐκπαιδευτικούς
ἄλλων εἰδικοτήτων, ἑρμηνεύονται καί
ὡς σταδιακή κατάργησή του ἀπό τά
Ἀναλυτικά Σχολικά Προγράμματα.
Ἔχει
ἐπισημανθεῖ πλειστάκις ὅτι ἡ ἀξία
τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν δέν
ἀποτελεῖ ἕναν μεμονωμένο, ἀνεδαφικό
καί παρωχημένο ἰσχυρισμό, ἀλλά γενικότερη
πεποίθηση καί ὁμολογία, πού θεμελιώνεται
σέ πολλαπλά τεκμήρια.
Καταρχήν, τό ἐν
λόγω μάθημα προσφέρει στόν ταλαιπωρημένο
νέο τόν κατελθόντα, σαρκωθέντα καί
ἐνανθρωπήσαντα Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ,
πού εἶναι «ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί
ἡ ζωή» (Ἰω. 14,β). Μέ τή συνεχῆ γνώση καί
ἐγκόλπωση τῆς Ἀλήθειας ὁ ἄνθρωπος
ἀποκτᾶ τήν ἀκριβοθώρητη πραγματική
ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία αὐτή μεταφράζεται
πρωτίστως σΆ ἀποδέσμευση ἀπό τό κράτος
τῶν ἐσωτερικῶν σωματικῶν καί ψυχικῶν
προσωπικῶν παθῶν καί ἀδυναμιῶν, ἡ
ὁποία ἐπιτρέπει καί τή χειραφέτηση
ἀπό ἐξωτερικές δοκιμασίες καί
καταπιέσεις, πού σήμερα πλεονάζουν.
Ἐπιπλέον,
ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, ἐλεύθερος,
φύσει καί θέσει ἀνήσυχος, γνώστης τῆς
αὐθεντικῆς ἀλήθειας, τοῦ ὀρθοῦ καί
τοῦ δικαίου μπορεῖ να νιώθει, ἀλλά καί
νά ἐμπνέει σιγουριά, ἀσφάλεια, ἐλπίδα,
ὅραμα, αἰσιοδοξία. Μέσα στή σημερινή
ὑλόφρονα κοινωνία τῆς τεχνολογικῆς
ἀποθέωσης, τῆς βρώσης καί τῆς πόσης,
τοῦ ἄκρατου ὑποκειμενισμοῦ, τῆς
καχυποψίας, τῆς ἀβεβαιότητας, τοῦ
ψυχικοῦ κενοῦ ὁ πραγματικά ἐλεύθερος
ἄνθρωπος γνωρίζει ἀπό ποῦ ἔρχεται,
ποῦ καταφεύγει καί ποῦ κατευθύνεται.
Ἡ φυσική του ὀξύνοια, διαφωτιζόμενη
ἀπό τή γνώση τῆς Ἀλήθειας καί
διαποτιζόμενη ἀπό τήν ἀρετή τῆς
χριστιανικῆς ἀγάπης, δέν ἐκφυλίζεται
σέ πονηρία, κακία, μοχθηρία καί ἀδικία,
παράγοντες πολλῶν δεινῶν καί
ἀντικοινωνικῶν συμπεριφορῶν. Ἀντίθετα,
ἡ φυσική εὐστροφία ἀνυψώνεται σΆ
εὐφορία, σέ καρποφορία, σέ κοινωνική
καί ἐθνική προσφορά. Περαιτέρω, ἡ
ἐγγυημένη ἀσφάλεια καί βεβαιότητα καί
ἡ παραγωγή κοινωνικοῦ ἔργου χαρίζουν
ψυχική πλήρωση, χαρά, εὐτυχία, εὐφροσύνη,
γαλήνη. Ὁ Κύριος τό λέγει σαφῶς: «Ταῦτα
λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἡ χαρά ἡ ἐμή ἐν
ὑμῖν ἦ καί ἡ χαρά ὑμῶν πληρωθῇ»( Ἰω.
15,11).
Γενικότερα, ὅπως ὁμολογοῦν
κορυφαῖοι θεράποντες τῆς ἐπιστήμης
καί τῆς διεθνοῦς πολιτικῆς σκηνῆς,
τά μηνύματα τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς
Ὀρθοδοξίας συντελοῦν στήν ἐπικράτηση
ἀξιῶν καί ἀρχῶν γιά τίς ὁποῖες
δείχνουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον οἱ
σημερινές προηγμένες κοινωνίες.
Σταχυολογοῦμε καί μνημονεύουμε τήν
ὑπερνίκηση τῶν φυλετικῶν διακρίσεων,
τήν κοινωνική δικαιοσύνη, τήν ἐλευθερία
συνειδήσεως, τήν ἐξύψωση τῆς γυναίκας,
τήν εἰρήνη, τό δημοκρατικό φρόνημα, τήν
οἰκολογική εὐαισθησία, τήν ἀλληλεγγύη
προσώπων καί λαῶν κ. ἄ. Αὐτές οἱ ἀξίες,
πού εἰσήχθησαν καί διά τῆς διαδόσεως
τοῦ χριστιανικοῦ πνεύματος, συμβάλλουν
ὁπωσδήποτε καί στήν ἑνότητα τῶν
εὐρωπαϊκῶν πολιτειῶν καί στήν ὀρθή
παγκοσμιότητα.
Τελικά, ἡ θρησκευτική
σχολική παιδεία, ἐφόσον βέβαια ἔχει
κατηχητικό καί ὄχι θρησκειολογικό
περιεχόμενο καί παρέχεται ἀπό ὀρθόδοξους
Θεολόγους μέ γνωστικά καί πνευματικά
προσόντα καί χρηστό ἦθος, συνεργεῖ στή
διαμόρφωση ἰσορροπημένων πολιτῶν καί
τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας καί τῆς
Εὐρωπαϊκῆς Κοινοπολιτείας. Τέτοιοι
πολίτες δέ θά ἀναζητοῦν σέ ψυχοφθόρα
καί σωματοκτόνα κέντρα ἐπίπλαστους
παραδείσους καί συγχρόνως θά εἶναι
ἀπαλλαγμένοι ἀπό ἐπιθετικές συμπεριφορές
καί ἀντικοινωνικές τάσεις.
Ἑπομένως,
δέν εἶναι μόνο καθῆκον, ἐπιβεβλημένο
καί ἀπό τό Σύνταγμα, ἀλλά καί συμφέρον
τῆς Πολιτείας νά ἐνισχύει τό μάθημα
τῶν Θρησκευτικῶν καί νά σέβεται τόν
καθηγητή-δάσκαλο αὐτοῦ τοῦ μαθήματος,
νά τόν ὑποστηρίζει, νά ἀναγνωρίζει τή
σοβαρότητα τῆς ἀποστολῆς του καί νά
τόν ἀντιμετωπίζει ὡς ἰσότιμο μέ τούς
ἐκπαιδευτικούς τῶν ὑπόλοιπων γνωστικῶν
ἀντικειμένων.
Ἐκφράζοντας, γιά τούς
παραπάνω λόγους, τήν προσδοκία ὅτι ἡ
Ἑλληνική Πολιτεία, παρά τίς ποικίλες
συμπληγάδες, ὄχι μόνο δέ θά ὑποβαθμίσει
περισσότερο, ἀλλά θά ἐνδιαφερθεῖ
οὐσιαστικά γιά τή θρησκευτική ἀγωγή
τῶν νέων μας, τήν πεμπτουσία τῆς
διαπαιδαγώγησής τους, διατελῶ,
Μετά τιμῆς και εὐχῶν
+ Ο ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΠΑΡΤΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ